- περιφλοισμός
- περι-φλοισμός, ὁ,A stripping off the bark, Thphr.CP5.15.1.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
περιφλοισμός — ὁ, Α [περιφλοίζω] η αφαίρεση τού φλοιού … Dictionary of Greek
περιφλοισμόν — περιφλοισμός stripping off the bark masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)